- σιναμική
- και σινναμική και σην(ν)αμική, η, Νκαθαρτικό φάρμακο από φύλλα τού φυτού κασσία το οποίο χρησιμοποιούσαν στο παρελθόν.[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. sinameki < αραβ. sinai-meki].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
σιναμική — η (λ. αραβ.), είδος φυτού και φαρμάκου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
σηνναμική — η, Ν βλ. σιναμική … Dictionary of Greek
σινναμική — η, Ν βλ. σιναμική … Dictionary of Greek
senamichie — senamichíe ( íi), s.f. – Plantă (Cassia angustifolia). – var. senamechie, siminichie. Mr. simănichie. tc. (arab.) senameki (Şeineanu, II, 332), cf. ngr. σιναμιϰή. Trimis de blaurb, 04.12.2008. Sursa: DER … Dicționar Român